ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

erősség σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
erősség

ένταση◼◼◼

ισχύς◼◼◻

δύναμη◼◼◻

σώμα◼◻◻

σθένος

felületi fényerősség

φωτεινότητα

fényerősség

λαμπρότητα◼◼◼

halláserősség

οξύτητα ακοής

szélerősség

άνεμος◼◼◼

áramerősség

ένταση◼◼◼

Το ιστορικό σας