ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

σ’ αρέσουν οι φακές; (üveg) ο φακός: σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
σ’ αρέσουν οι φακές; (üveg) ο φακός:

szereted a lencsét?