ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

οξύ σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
γαλακτικό οξύ

tejsav◼◼◼

Γαλακτικό οξύ

Tejsav◼◼◼

γλουταμικό οξύ

glutaminsav◼◼◼

γλουταμινικό οξύ

glutaminsav◼◼◼

δεοξυριβονουκλεϊκό οξύ

dezoxiribonukleinsav◼◼◼

DNS◼◼◼

δε(σ)οξυριβο(ζο)νουκλεϊ(νι)κό οξύ/DΝΑ

DNS

δεσοξυριβοζονουκλεϊνικό οξύ

dezoxiribonukleinsav◼◼◼

DNS◼◼◼

δεσοξυριβονουκλεϊκό οξύ

dezoxiribonukleinsav

ελαϊκό οξύ

olajsav◼◼◼

Θειικό οξύ

Kénsav◼◼◼

θειικό οξύ

kénsav◼◼◼

θειώδες οξύ

kénessav◼◼◼

θεϊκό οξύ

kénsav

καρβονικό οξύ

karbonsav◼◼◼

καρβοξυλικό οξύ

karbonsav◼◼◼

κιτρικό οξύ

citromsav◼◼◼

λιπαρό οξύ

zsírsav◼◼◼

λυσεργικό οξύ

lizergsav◼◼◼

μυρμηκικό οξύ

hangyasav◼◼◼

Μυρμηκικό οξύ

Hangyasav◼◼◼

νιτρικό οξύ

salétromsav◼◼◼

νουκλεϊκό οξύ

nukleinsav◼◼◼

νουκλεϊνικό (πυρηνικό) οξύ

nukleinsav◼◼◼

οξικό οξύ

ecetsav◼◼◼

etánsav

ουρανοξύστης

felhőkarcolók

magasépület

ουρανοξύστης (ο)

felhőkarcoló

ουρικό οξύ

húgysav◼◼◼

πεντανικό οξύ

pentánsav◼◼◼

προπανικό οξύ

propánsav◼◼◼

propionsav◼◼◻

προπιονικό οξύ

propionsav◼◼◼

propánsav◼◻◻

σαλικυλικό οξύ

szalicilsav◼◼◼

στεατικό οξύ

sztearinsav◼◼◼

τρυγικό οξύ

borkősav◼◼◼

υδροχλωρικό οξύ

sósav◼◼◼

123