ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

απεριόριστος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
απεριόριστος

korlátlan◼◼◼

végtelen◼◻◻

απεριόριστος (-η-ο)

korlátlan◼◼◼