Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
μαθητευόμενος▼◼◼◼
φοιτητής▼◼◼◼
σπουδαστής▼◼◼◼
σπουδαστής (spoudastís)▼◼◼◼
κόρη▼
μαθήτρια▼
σπουδάστρια▼
σπουδάστρια (spoudástria)▼
φοιτήτρια▼
μαθητής (ο)▼◼◼◼
μαθήτρια (η)▼
μαθητής οδήγησης▼
↑