Magyar-Görög szótár »

ott görögül

MagyarGörög
határozott

ρητός

határozott idejű szerződés

σύμβαση ορισμένης διάρκειας, (konkrét) συγκεκριμένος-η-ο, (személy) αποφασιστικός (-ή-ό)

határozott névelő

οριστικό άρθρο

határozottan

ασφαλώς◼◼◼

οπωσδήποτε◼◼◻

háziasított/szelídített állat

εξημερωμένο ζώο

κατοικίδιο ζώο

hígított

αραιωμένος◼◼◼

higított sav

αραιωμένο οξύ

hitehagyott

αποστάτης

αρνησίθρησκος

holott

μολονότι◼◼◼

όμως◼◼◻

hosszú idővel ezelőtt

πριν πολύ καιρό

Hugenották

Ουγενότοι

hulladéklerakó kilúgozott anyag

διασταλάζον υγρό (στραγγίδια) χώρου ταφής απορριμμάτων

ideiglenes alkalmazott

προσωρινή

igen, én ... évig játszottam zongorán

ναι, παίζω πιάνο εδώ και ... χρόνια

igen, szabadságon voltam ott

ναι, πήγα εκεί διακοπές

írott

γραπτός◼◼◼

Isten hozott

ευπρόσδεκτος

καλώς ήρθατε

καλώς ήρθες

καλώς ορίσατε

καλώς ορίσατε!

καλώς ορίσατε! (kalós orísate), καλώς ήρθες!

καλωσορίζω

καλωσορίσατε

καλωσόρισμα

υποδέχομαι

isten hozott

καλωσήρθες!

isten hozott ...

καλωσορίσατε ...

italbolt (palackozott italok boltja, korlátolt italkimérési engedély)

μίνι-μάρκετ

izgatott

ταραγμένος (-η-ο)

izgatottan

με αγωνία

izgatottság

διέγερση◼◼◼

James Prescott Joule

Τζέιμς Πρέσκοτ Τζάουλ

jó napot kívánok (12.00 és 18.00 között használatos)

καλό μεσημέρι (χρησιμοποιείται μεταξύ τις 12 π.μ και τις 6 μ.μ)

jó reggelt kívánok (12.00 előtt használatos)

καλημέρα (χρησιμοποιείται πριν το μεσημέρι)

jól öltözött

καλοντυμένος

5678