Hungarian-Greek dictionary »

állam meaning in Greek

HungarianGreek
állam

κράτος◼◼◼

χώρα◼◼◼

καθεστώς◼◼◼

πολιτεία◼◼◼

κατάσταση◼◼◻

επικράτεια◼◼◻

βασίλειο◼◼◻

ξηρά◼◻◻

έθνος◼◻◻

δηλώνω

διατυπώνω

államadósság

δημόσιο χρέος◼◼◼

államapparátus

διαχείριση

államcsíny

πραξικόπημα◼◼◼

államelnök

πρόεδρος

államháztartás

δημόσια οικονομικά◼◼◼

προϋπολογισμός◼◻◻

állami

κράτος◼◼◼

καθεστώς◼◼◼

δημόσιος◼◼◻

κοινό◼◼◻

κατάσταση◼◼◻

γενικός◼◻◻

βασίλειο◼◻◻

επικράτεια◼◻◻

εθνικός◼◻◻

πολιτεία◼◻◻

κοινός◼◻◻

πολιτειακός

δηλώνω

υπηκοότητα

állami finanszírozás

χρηματοδότηση του δημοσίου

állami haszonvizsgálat

διερεύνηση του χαρακτήρα κοινής ωφελείας

állami iskola

δημόσιο σχολείο

állami kiadás

δημόσιες δαπάνες◼◼◼

állami-magán partnerség

συνεταιρισμός (εταιρική σχέση) ιδιωτών-δημοσίου

állami segély

δημόσια ενίσχυση

állami szektor

δημόσιος τομέας◼◼◼

állami szerződés

δημόσια σύμβαση◼◼◼

állami tengeri terület

τομέας δημόσιας ναυτιλίας

12