Grekiska | Ungerska |
---|---|
ρύθμιση | beállítás◼◼◼ rendelet◼◼◼ szabályoz◼◼◼ szabály◼◼◻ előírás◼◼◻ felügyelet◼◼◻ mód◼◼◻ ellenőrzés◼◼◻ szabályzat◼◼◻ korlátoz◼◻◻ vezérlés◼◻◻ kontroll◼◻◻ vezérel◼◻◻ |
ρύθμιση σχετικά με την καταβολή ποσού για τη συσκευασία | |
ρύθμιση της γεωργικής παραγωγής | |
απορρύθμιση/κατάργηση των ρυθμίσεων | |
εξαρτήματα/σύνδεσμοι/επίπλωση (είδη, διαρρύθμιση) | |
κανονισμός (ρύθμιση) για τα άχρηστα ηλεκτρονικά υλικά | |
κανονισμός (ρύθμιση) για την προστασία του περιβάλλοντος | |
κανονισμός/ρύθμιση | |
μεταρρύθμιση | reform◼◼◼ |
Μεταρρύθμιση | |
μεταρρύθμιση (η, tsz. -εις) | reform◼◼◼ |
νομική ρύθμιση/νομικός κανονισμός (κανόνας) | |
τελωνειακός(ή) κανονισμός (ρύθμιση) |