Grekisk-Ungersk ordbok »

ζωικό είδος [που απειλείται (απειλούμενο) με εξαφάνιση] betyder på ungerska

GrekiskaUngerska
ζωικό είδος [που απειλείται (απειλούμενο) με εξαφάνιση]

veszélyeztetett állatfajok

Sökhistorik