Görög-Magyar szótár »

mű jelentése magyarul

GörögMagyar
(soré) ο ακροατής, (egyetemi) ο φοιτητής (η φοιτήτρια)

hallgató

(földről, járre) παίρνω (πάρω, πήρα), (ruhát) βάζω (-λω), φορώ (-άω, -έσω), (munkahelyre) προσλαμβάνω (προσλάβω)

felvesz

(járbe) μπαίνω (μπω, μπήκα)

beszáll

(másik járre) μετεπιβιβάζομαι (-στώ), αλλάζω (-ξω) (+tárgyeset)

átszáll

(repülő) απογειώνομαι (-θώ), (járre) ανεβαίνω (ανέβω, ανέβηκα)

felszáll

(repülő) προσγειώνομαι (-θώ), (járről) κατεβαίνω (κατέβω, κατέβηκα)

leszáll

η ζωγραφιά, (vész munkája) ο πίνακας

festmény