Görög | Magyar |
---|---|
συσκευασία | csomagolás◼◼◼ |
αλουμινένιος περιέκτης/συσκευασία από αλουμίνιο | |
απορρίμματα συσκευασίας (που προέρχονται από συσκευασίες) | |
βιομηχανία συσκευασίας | |
εμπορευματοκιβώτιο/δοχείο (συσκευασίας)/περιέκτης | |
(επι)πρόσθετη συσκευασία | |
μη επιστρεφόμενη συσκευασία | |
ρύθμιση σχετικά με την καταβολή ποσού για τη συσκευασία |