dicţionar Maghiar-Greac »

szer înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
szerkezet

μηχανή◼◻◻

μηχανή (michaní)◼◻◻

συνέλευση◼◻◻

ιστός

δίωξη

οικοδομική

szerkezeti

δομικός◼◼◼

szerotonin

σεροτονίνη

Szerotonin

Σεροτονίνη

szerszám

εργαλείο◼◼◼

όργανο◼◻◻

ενεργούμενο

σκεύος

σύνεργο

υποχείριο

Szerszám

Εργαλείο◼◼◼

szerszámgép

εργαλειομηχανή◼◼◼

szerszámosláda

εργαλειοθήκη◼◼◼

από◼◼◻

szertartás

τελετή◼◼◼

ακολουθία

τελετουργικό

szertartásos

τελετουργικό

τελετουργικός

szérű

αλώνι

szérum

ορός◼◼◼

szerv

μέλος◼◼◼

szerva

θητεία

υπηρεσία

υπηρετώ

szerver

εξυπηρετητής◼◼◼

διακομιστής◼◼◼

διαμοιραστής

σερβιτόρος

szerves

οργανικός◼◼◼

szerves anyag

οργανική ύλη◼◼◼

οργανικές ουσίες◼◼◻

szerves fémvegyület

οργανομεταλλική ένωση

szerves foszforvegyület

οργανοφωσφορική ένωση

szerves halogénvegyület

οργανοαλογονούχος ένωση

5678