ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

iga σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
vigasztalás

παρηγοριά

παρηγορώ

vigasztalhatatlan

απαρηγόρητος

visszaigazolás

επιβεβαίωση◼◼◼

βεβαίωση◼◼◻

vki igaza

δίκιο (το)

456

Το ιστορικό σας