ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αποτέφρωση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αποτέφρωση

hulladékégetés◼◼◼

hamvasztás◼◼◻

αποτέφρωση των αποβλήτων

hulladékégetés◼◼◼

αποτέφρωση/καύση

égetés

μικτή αποτέφρωση

kapcsolt égetés

υπόλειμμα αποτέφρωσης

égetési maradék